Πετούσαν τη στρατιωτική στολή τους και έκαναν μπάνιο γυμνοί. Ετρωγαν για πρώτη φορά στη ζωή τους φέτα και ελιές. Γιαούρτι και μαύρο ψωμί. Επιναν για πρώτη φορά τσίπουρο, αλλά δεν ήξεραν πώς λεγόταν αυτό το αψύ ποτό και το έλεγαν κονιάκ. Είχαν έρθει από τη μακρινή Αυστραλία για να πολεμήσουν και το ορμητήριό τους ήταν αυτό το άνυδρο νησί του Αιγαίου, όπου στις γιορτές οι ντόπιοι πιάνονταν χέρι χέρι και χόρευαν σε κύκλους. Ανήκαν στα στρατεύματα της Νέας Ζηλανδίας και της Αυστραλίας, τους ANZAC, που συμμετείχαν στην εκστρατεία της Καλλίπολης το 1915 μαζί με Γάλλους, Ιταλούς, Βρετανούς, Καναδούς και Ινδούς. Η Λήμνος ήταν ο τόπος όπου στρατοπέδευαν και νοσηλεύονταν.
Πάνω από έναν αιώνα μετά, οι απόγονοί τους επιστρέφουν στον τόπο όπου πολέμησαν και έχουν ταφεί κάποιοι από εκείνους τους στρατιώτες. Ερχονται στη Λήμνο και αναζητούν τα συμμαχικά κοιμητήρια και το νοσοκομείο εκστρατείας του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Επισκέπτονται με λουλούδια την «αυστραλιανή προβλήτα» στον Μούδρο.
«Ο προπάππους μου ήταν ο Τεντ Τόζερ, σταθμάρχης από προάστιο της Μελβούρνης, που βρέθηκε ως στρατιώτης στη Λήμνο για επτά μήνες. Τέσσερις ημέρες τις πέρασε στα πέριξ των χωριών Αγκαρυώνες, Κοντιάς και Τσιμάνδρια», λέει στην «Κ» ο Λι Ταρλάμης, Ελληνοαυστραλός πολιτικός και πρόεδρος της Επιτροπής Μνήμης Λήμνου - Καλλίπολης. «Η οικογένεια Ταρλάμη, που ζούσε στα παραπάνω χωριά, εγκατέλειψε τη Λήμνο το 1952 και μετανάστευσε στην Αυστραλία· ο γιος τους, Σαμ Ταρλάμης, συνάντησε στη Μελβούρνη την ανιψιά του Τεντ Τόζερ – «And here I am» αναφέρει υπομειδιώντας ο Ταρλάμης, ο οποίος, καθώς συνδέεται εξίσου με τους δύο τόπους, έχει αναλάβει το τιμόνι της επιτροπής που συστάθηκε το 2011. Στόχος ήταν η αμοιβαία ευαισθητοποίηση των λαών – σε αυτό το πλαίσιο ανεγέρθη το μνημείο Lemnos Gallipoli στο Albert Park, καθώς και η αυστραλιανή προβλήτα στη Λήμνο, ενώ έχουν δρομολογηθεί και άλλα πρότζεκτ, όπως το Αυστραλιανό Μονοπάτι Μνήμης.
Ο γάμος του Έρνεστ με την Κλαρίς στη Λήμνο. Ένας έρωτας που νίκησε όσα εμπόδια κ αν παρουσιάστηκαν
Τα ημερολόγια στρατιωτών, νοσηλευτριών και γιατρών, τα οποία φυλάχθηκαν για πάνω από 100 χρόνια ως οικογενειακά κειμήλια, «ανοίγουν» φέρνοντας στην επιφάνεια αποκαλυπτικές πληροφορίες για την καθημερινή ζωή και τη συνύπαρξη λαών με διαφορετικές κουλτούρες. Το άνυδρο τοπίο σε πολλούς θυμίζει την πατρίδα τους.
Το δαχτυλίδι
Από τοπικό κατάστημα της Λήμνου αγόρασε ένα δαχτυλίδι από ευτελές υλικό για να «σφραγίσει» τον έρωτά του με την Κλαρίς ο 29χρονος τότε Ερνεστ Λόρενς. «Μεγαλώσαμε με τη φωτογραφία από τον γάμο τους κρεμασμένη στον τοίχο του σπιτιού μας», θυμάται σήμερα ο δισέγγονός τους, Γκλεν Τσάπμαν. Ως παιδί ο Γκλεν ρωτούσε με ειλικρινή απορία «ποιοι είναι αυτοί; Πού βρίσκονται;», για να του διηγηθούν οι δικοί του μία από τις πλέον ρομαντικές ιστορίες αγάπης που πήρε σάρκα και οστά κατά τον Α΄ Π.Π. και αντικατοπτρίζει τα ήθη της εποχής.
Η Κλαρίς, γόνος επιφανούς βικτωριανής οικογένειας και κόρη ενός από τους πλέον εύπορους κατασκευαστές ακινήτων, και ο Ερνεστ, απόγονος καταδίκων που βιοποριζόταν ως πλανόδιος μικροπωλητής, είχαν γνωριστεί και ερωτευτεί πριν από τον πόλεμο· όπως ήταν αναμενόμενο, ο πατέρας της Κλαρίς δεν ενέκρινε τον δεσμό. «Η προγιαγιά μου εντάχθηκε στη Νοσηλευτική Υπηρεσία του αυστραλιανού στρατού και ο προπάππους μου αντίστοιχα κατατάχθηκε στους ANZAC, όταν πλέον είχε χάσει ο ένας τα χνάρια του άλλου», περιγράφει ο Γκλεν. «Ο Ερνεστ, που είχε ήδη προαχθεί σε λοχία και είχε εκπαιδευθεί στην Αίγυπτο, πήγε απευθείας με τη μονάδα του στην Καλλίπολη και έφθασε στη Λήμνο αργότερα, ως τραυματίας». Εκεί ξανασυναντιούνται οι δύο νέοι. «Οι νοσηλεύτριες δεν επιτρεπόταν να παντρευτούν όσο υπηρετούσαν στο σώμα και οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δυσμενείς, όμως το τόλμησαν».
Η ασπρόμαυρη φωτογραφία και ένα χάλκινο δοχείο –γαμήλιο δώρο– με την ημερομηνία γάμου 21/10/1915 αποτελούν κειμήλια που με καμάρι φυλάσσει σήμερα η οικογένεια. «Η προγιαγιά, όπως επί της ουσίας όλες οι γυναίκες στην οικογένειά μας, είχε πολύ ισχυρή προσωπικότητα», μεταφέρει ο Γκλεν, «δεν πτοήθηκε ποτέ από τον πατέρα της, που δεν αποδέχθηκε τον γάμο τους και διέκοψε κάθε σχέση μαζί της μέχρι τον θάνατό του». Η Κλαρίς επιστρέφει στη Βικτώρια, όπου θα περιμένει μέχρι το τέλος του πολέμου τον Ερνεστ. Εκείνος επιστρέφει με σοβαρό μετατραυματικό στρες και νοσηλεύεται για ένα διάστημα. «Δεν το βάζουν όμως κάτω, ανοίγουν από κοινού ένα κατάστημα και κάνουν τέσσερα παιδιά», προσθέτει. «Ηταν ένας ευτυχισμένος γάμος, αν και ο πόλεμος δεν έπαψε ποτέ να στοιχειώνει τον Ερνεστ, ο οποίος τελικά πέθανε στα 46 του».
Απόγονοι στρατιωτών που συμμετείχαν στο στράτευμα των ΑΝΖΑC ταξίδεψαν στη Λήμνο κ επισκέφθηκαν το σημείο στο οποίο είχε στηθεί το νοσοκομείο
Η «προϊσταμένη Γκρέις»
Ως μια δυνατή και ανεξάρτητη γυναίκα που σήκωσε δυσανάλογα μεγάλα βάρη στις πλάτες της θυμούνται οι απόγονοί της την Γκρέις Γουίλσον, την προϊσταμένη του νοσοκομείου που έστησαν οι ANZAC στη Λήμνο. «Αποτελεί για εμάς μια μυθική φιγούρα», αναφέρει συγκινημένη στην «Κ» η εγγονή του αδελφού της, Ρόζμαρι, η οποία επισκεπτόμενη τη Λήμνο διαπίστωσε ότι η φήμη της θείας της είχε ξεπεράσει τα γεωγραφικά και χρονικά όρια. Η «προϊσταμένη Γκρέις» ήταν ο άνθρωπος που είχε καταφέρει σε πρωτόγονες συνθήκες να κρατήσει το ποσοστό θνησιμότητας των στρατιωτών στο 2% και το ηθικό του νοσηλευτικού και του ιατρικού προσωπικού ακμαίο.
«Στο ημερολόγιο που κρατούσε συστηματικά η θεία μου μιλάει για τις συνθήκες που βρήκε τον Αύγουστο του 1914 όταν έφθασε εκεί, καθώς κλήθηκε να στήσει το νοσοκομείο πάνω στο χώμα, χωρίς νερό, ούτε δυνατότητα αποστείρωσης». Η θεία Γκρέις είχε εκπαιδευθεί στην πατρίδα της ως νοσοκόμα και στο Λονδίνο ως μαία – η προσαρμογή στη Λήμνο ήταν δύσκολη.
Η ίδια μετά την αποστολή στη Λήμνο αλλά και την απώλεια του αδελφού της στην Καλλίπολη (σ.σ. είναι θαμμένος εκεί) συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες της σε άλλα μέρη της Ευρώπης κατά τον Α΄ Π.Π. «Και αργότερα, όταν ξεσπάει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, θα βρεθεί σε στρατιωτικό νοσοκομείο στη Μέση Ανατολή».
«Για την προγιαγιά μου η Λήμνος ήταν “the time of her life”», λένε με συγκίνηση η κόρη και η εγγονή της νοσηλεύτριας Εβελιν Χατ, που βρέθηκε να υπηρετεί στο νοσοκομείο των ANZAC σε ηλικία 26 ετών. «Δεν έπαψε ποτέ να μιλάει για τη Λήμνο, αν και υπηρέτησε και σε άλλα μέρη στο εξωτερικό», επισημαίνουν οι δύο γυναίκες, Τζούντιθ και Ντεμπ. «Την πρώτη φορά που βρέθηκα ως φοιτήτρια στη Λήμνο ρωτούσα να μάθω πού ήταν το νοσοκομείο, αλλά με κοιτούσαν όλοι με απορία», περιγράφει η Ντεμπ. «Θυμάμαι ακόμη ότι είχα περπατήσει όλη τη διαδρομή από το λιμάνι μέχρι τον Μούδρο». Την τελευταία φορά που απέτισε φόρο τιμής ήταν το 2018 μαζί με άλλα μέλη της Επιτροπής Μνήμης Λήμνου - Καλλίπολης της Μελβούρνης. H προσωπική συλλογή της αδελφής Εβελιν, που πρόσφατα δώρισε η οικογένειά της στην Πολιτειακή Βιβλιοθήκη της Βικτώριας, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων 75 φωτογραφίες από τη Λήμνο.
Mέλη του στρατεύματος, παραβρίσκονται στην κηδεία μιας νοσοκόμας στο Πορτιανού της Λήμνου
Πώς ήρθε στο φως η άγνωστη ιστορία
«Εξεπλάγην όταν το 2011 έμαθα λεπτομέρειες σχετικά με την παραμονή των ANZAC στη Λήμνο», αναφέρει στην «Κ» ο ιστορικός και γραμματέας της Επιτροπής Μνήμης Λήμνου - Καλλίπολης κ. Τζιμ Κλάβεν. «Εχω σπουδάσει Ευρωπαϊκή Ιστορία, όμως επρόκειτο για μια πληροφορία που μέχρι μεγάλη ηλικία αγνοούσα». H εκστρατεία της Καλλίπολης είναι πλέον ένα κεφάλαιο που διδάσκεται στα αυστραλιανά σχολεία, ωστόσο δεν γίνεται μνεία στο ελληνικό νησί· μόνο κάποιοι «μυημένοι» μπορούν να καταλάβουν γιατί ορισμένοι δρόμοι έχουν μετονομαστεί σε «Λήμνος» και «Μούδρος».
Ο Κλάβεν εξελίχθηκε στον ιστορικό που προχώρησε σε βάθος την ιστορική έρευνα, καρπός της οποίας είναι το βιβλίο «Lemnos & Gallipoli Revealed», και σε σύμβουλο της αυστραλιανής κυβέρνησης. «Μετά το πέρας 100 ετών και πλέον, μπορούμε να δούμε την Καλλίπολη με άλλα μάτια», σημειώνει, «μπορούμε να είμαστε περισσότερο ειλικρινείς». Μαζί με το επίσημο ιστορικό αφήγημα συνυπάρχουν πολλές δυσάρεστες αλήθειες.
«Πολλοί στρατιώτες κατετάγησαν τότε στον στρατό για λόγους οικονομικούς, στην Αυστραλία υπήρχε παρατεταμένη ύφεση και για πολλούς ο μισθός του στρατιωτικού ήταν μια πολύτιμη βοήθεια», σημειώνει ο κ. Κλάβεν. «Στον πόλεμο εστάλησαν και πολλοί από τους αυτόχθονες κατοίκους της Αυστραλίας, παρότι η νομοθεσία το απαγόρευε», προσθέτει. Στη Λήμνο, όπου εκτός από Αυστραλούς βρέθηκαν για επτά μήνες χιλιάδες αλλοδαποί στρατιώτες, «κυκλοφορούσε χρήμα». «Εξ ου και προς το τέλος της παραμονής τους είχε ιδρυθεί και τράπεζα στο νησί», λέει ο Αυστραλός ιστορικός. «Τα στρατεύματα τόνωσαν την τοπική οικονομία, καθώς συχνά πλήρωναν τους ντόπιους για να τους πλύνουν ρούχα ή να τους μαγειρέψουν».
Ο Χάρι Γκίσινγκ γέμιζε τον χρόνο του καταγράφοντας όσα ζούσε στη Λήμνο. Κατέγραφε την ιστορία…
Μαρτυρίες
«Περπάτησα περίπου 8 μίλια μέχρι ένα χωριό, όπου είδα ενδιαφέρουσες σκηνές», λέει ο νεαρός φαρμακοποιός Χάρι (Χένρι) Γκίσινγκ στο προσωπικό του ημερολόγιο. «Μπήκαμε σε ένα σχολείο και οι μαθητές συγκεντρώθηκαν σε μια αίθουσα για να τους βγάλουμε μια φωτογραφία· τραγούδησαν τον εθνικό τους ύμνο για να μας ευχαριστήσουν και εμείς ανταποδώσαμε τραγουδώντας συνοδεία μιας κονσερτίνας (σ.σ. είδος ακορντεόν).
Μετά προσπαθήσαμε να βγάλουμε φωτογραφία μερικά κορίτσια που πλένονταν στο πηγάδι [...] σπάνια βλέπουμε ανύπαντρες κοπέλες στο νησί». Την εκτενέστερη ανταπόκριση από τη Λήμνο προσφέρουν τα ημερολόγια του Χάρι Γκίσινγκ, δέκα στον αριθμό, που καλύπτουν την περίοδο 19141919 και έχουν παραχωρηθεί από τους απογόνους του στην Πολιτειακή Βιβλιοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλλίας. «Ο παππούς μου ήταν περήφανος για όσα είχαν καταφέρει οι ANZAC, όμως αρκετές φορές αναρωτιόταν για το νόημα του πολέμου», μεταφέρει στην «Κ» ο εγγονός του, Πίτερ. «Η επαφή του με τους ντόπιους ήταν περιορισμένη, σε κάποιο σημείο περιγράφει πώς αντάλλαξε τσιγάρα για ένα πεπόνι», αναφέρει. «Σημαντικό εμπόδιο ήταν η γλώσσα».
Πηγή: Kathimerini.gr / Ιωάννα Φωτιάδη