Επιστροφή. Στην έξοδο της εθνικής τα αυτοκίνητα στριμώχνονται ανάμεσα σε πλανώδιους πωλητές άχρηστων gadgets. Στην έξοδο της εθνικής ένας άνθρωπος στριμώχνεται ανάμεσα στα αυτοκίνητα με εκείνη την γνωστή λέξη γραμμένη σε χαρτόνι, εκείνη που βλέπεις πια παντού, εκείνη που νομίζαμε ότι δεν θα χρειαστεί να πούμε ποτέ και να την εννοούμε. Πεινάω. Οι οδηγοί βιάζονται, κορνάρουν, προσπερνούν. Οι οδηγοί δεν πεινάμε ή κι αν πεινάμε απέχουμε δυο γκαζιές δρόμο από το δικό μας πιάτο. Κόκκινο πάλι. Ο οδηγός μπροστά μου κατεβαίνει από την πορτοκαλί κλούβα κι εγώ ετοιμάζομαι να του κορνάρω, κρατάει μια τσάντα μανταρίνια κι εγώ ετοιμάζομαι να τον ειρωνευτώ, φωνάζει τον άνθρωπο με το χαρτόνι και του την δίνει. Νιώθω λίγος. Είμαι.
Δεν αρκεί μια πορτοκαλί κλούβα να μου δείχνει τον δρόμο, πρέπει να μάθω να την οδηγώ.