Το σκάνδαλο προέκυψε από μια επικριτική έκθεση που αναφέρει ότι ο Γουέλμπι γνώριζε για τις πράξεις κακοποίησης και δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες για την προστασία των θυμάτων.
Συγκεκριμένα, η έκθεση υπογραμμίζει ότι από το 2013, όταν έλαβε γνώση των καταγγελιών για τον Σμιθ, ο Γουέλμπι "θα μπορούσε και θα έπρεπε" να είχε ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές, κάτι που δεν συνέβη. Η επίσκοπος του Νιούκαστλ, Χέλεν-Αν Χάρτλεϊ, είναι η πιο υψηλόβαθμη λειτουργός της Εκκλησίας της Αγγλίας που ζητά την παραίτηση του Γουέλμπι, κατηγορώντας τον για την αποτυχία του να προστατεύσει τα ανήλικα παιδιά και τους νέους και για το ότι "επέτρεψε την κακοποίηση να συνεχιστεί" μέχρι τον θάνατο του Σμιθ το 2018.
Η Χάρτλεϊ υπογράμμισε στο BBC πως "είναι σωστό να αναρωτιούνται οι άνθρωποι εάν μπορούν να εμπιστευτούν την Εκκλησία της Αγγλίας για την ασφάλειά τους". Σε αυτό το ερώτημα έσπευσε να τονίσει ότι "η απάντηση αυτή τη στιγμή είναι ‘όχι’". Η ίδια σημείωσε ότι η παραίτηση του Γουέλμπι δεν θα επιλύσει το πρόβλημα της προστασίας, αλλά θα αποτελέσει "σαφή απόδειξη ότι πρέπει να προχωρήσουμε προς μια ανεξάρτητη διαχείριση των περιστατικών κακοποίησης".
Η έκθεση δείχνει ότι εάν ο Σμιθ είχε αναφερθεί στην αστυνομία το 2013, δεν αποκλείεται να είχε οδηγηθεί στη δικαιοσύνη πριν τον θάνατό του το 2018. Παράλληλα, τρία μέλη της Γενικής Συνέλευσης της Εκκλησίας κατηγορούν τον Γουέλμπι ότι "επέτρεψε την κακοποίηση να συνεχιστεί" και ξεκίνησαν εκστρατεία για την παραίτηση του με αποτέλεσμα η σχετική αίτηση να έχει συγκεντρώσει μέχρι στιγμής πάνω από 7.000 υπογραφές.
Ο Σμιθ κακοποίησε τουλάχιστον 130 θύματα, κυρίως αγόρια και νεαρούς άνδρες, σε διάστημα σχεδόν πέντε δεκαετιών και σε τρεις χώρες – Αγγλία, Ζιμπάμπουε, Νότια Αφρική . Η κακοποίηση περιλάμβανε σωματικές, σεξουαλικές και ψυχολογικές επιθέσεις σε παιδιά που προσκαλούνταν σε καλοκαιρινές κατασκηνώσεις που οργάνωνε για νεαρούς χριστιανούς.
Στην έρευνα αναφέρεται ότι από τον Ιούλιο του 2013, η Εκκλησία της Αγγλίας γνώριζε "στο ανώτατο επίπεδο" για την κακοποίηση από τον Σμιθ και θα έπρεπε να είχε ενημερώσει την αστυνομία. Ωστόσο, η εκκλησία δεν προέβη στις απαραίτητες ενέργειες, με αποτέλεσμα την αποτυχία της να φέρει τον Σμιθ ενώπιον της δικαιοσύνης.
Το γεγονός ότι η Εκκλησία επέλεξε να προστατεύσει τη φήμη της αντί για τα θύματα έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και απογοήτευση. Θύματα, μέλη της Εκκλησίας της Αγγλίας, καθώς και συγγραφείς, όπως ο Άντριου Γκρέιστοουν, έχουν ζητήσει "αλλαγή κουλτούρας στην Εκκλησία" αντί για απομάκρυνση προσώπων, τονίζοντας την ανάγκη για θεμελιώδεις αλλαγές στις πρακτικές διαχείρισης των περιστατικών κακοποίησης.
Αγωνία για το μέλλον της Αγγλικανικής Εκκλησίας
Ο Τζάστιν Γουέλμπι βρίσκεται στην ηγεσία της Εκκλησίας της Αγγλίας από το 2013 και έχει ήδη αντιμετωπίσει αρκετές προκλήσεις, αλλά το τρέχον σκάνδαλο φαίνεται να αποτελεί την πιο σοβαρή κρίση της θητείας του. Τα θύματα και οι οικογένειές τους εκφράζουν απογοήτευση για την αδράνεια της εκκλησιαστικής διοίκησης και κατακρίνουν τη συνεχή έλλειψη διαφάνειας και δικαιοσύνης. Ορισμένα θύματα υποστηρίζουν πως η καθυστέρηση στη λήψη μέτρων και η έλλειψη υποστήριξης από την Εκκλησία τους έχουν προκαλέσει περαιτέρω πόνο και ψυχικά τραύματα.
Η κριτική προς τον Γουέλμπι εστιάζει στην αίσθηση ότι δεν υπήρξε ικανοποιητική πρόοδος στις διαδικασίες που εφαρμόζει η Εκκλησία για την προστασία των παιδιών και των ευάλωτων ομάδων, καθώς και στην αντιμετώπιση των περιστατικών κακοποίησης που έχουν καταγγελθεί. Η αποτυχία του να εξασφαλίσει διαφάνεια και υπευθυνότητα έχει οδηγήσει σε μαζικές αντιδράσεις, τόσο από τον κόσμο όσο και από μέλη της Εκκλησίας.
Η έκκληση για παραίτηση του Γουέλμπι, αν και σοκαριστική, αντανακλά τη βαθιά κρίση που αντιμετωπίζει η Εκκλησία της Αγγλίας στο εσωτερικό της, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Για πολλούς, η παραίτηση του Αρχιεπισκόπου θα αποτελούσε ένα πρώτο βήμα για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Εκκλησίας και την ανανέωση της εμπιστοσύνης του κοινού. Ωστόσο, άλλοι πιστεύουν ότι η αλλαγή ηγεσίας δεν είναι αρκετή για να επιλυθούν τα θεμελιώδη προβλήματα της Αγγλικανικής Εκκλησίας και ότι απαιτείται μια ολοκληρωτική μεταρρύθμιση των δομών και των πολιτικών της.
Η όλη κατάσταση έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό και συζήτηση στην κοινωνία και στα μέσα ενημέρωσης της Βρετανίας, καθώς θέματα όπως η ηθική και η διαφάνεια στις εκκλησιαστικές δομές βρίσκονται στο επίκεντρο. Την ίδια στιγμή, η αγωνία των πιστών για το μέλλον της Εκκλησίας της Αγγλίας αυξάνεται, και πολλοί θεωρούν ότι το σκάνδαλο αυτό θα έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στην εκκλησιαστική κοινότητα και στον βαθμό εμπιστοσύνης από την πλευρά του κοινού.