Το Πολυτεχνείο δεν υπέφερε από τους αρνητές του. Αυτοί ήταν πολύ λίγοι και πολύ περιθωριοποιημένοι για να το βλάψουν.
Για τον μισό αιώνα που μεσολάβησε από το γεγονός –τα 50 πιο εύρωστα και πιο ελεύθερα χρόνια στην ιστορία του ελληνικού κράτους– οι αρνητές ήταν εξοστρακισμένοι στον εξώστη. Η κουλτούρα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας τους είχε απορρίψει, αναγνωρίζοντας ως το πιο εμβληματικό από τα ιδρυτικά της γεγονότα τη 17η Νοεμβρίου.
Η μνήμη του Πολυτεχνείου υπέφερε περισσότερο από τους επίδοξους διαχειριστές του – απ’ όσους δοκίμαζαν να το χρησιμοποιήσουν σαν πολιτικό εργαλείο. Δεν ήταν μόνο η κατάχρηση της εξέγερσης ως άλλοθι για τη διαιώνιση της πολιτικής βίας· δεν ήταν μόνο ότι, σε περίοδο δημοκρατικής ομαλότητας, χυνόταν αίμα με την κίβδηλη στάμπα «17 Νοέμβρη». Υπήρξαν μαζικότερες και πολύ δραστικότερες απόπειρες πολιτικής μεταποίησης της ιστορίας. Υπήρξε το «Πολυτεχνείο» της χρεοκοπίας – τότε που οι δοξασίες της αγανακτισμένης ανυπακοής επιχείρησαν να αντλήσουν συμβολική νομιμοποίηση από την πραγματική εξέγερση.
Ολοκληρώθηκε τότε, στις πλατείες που ζητούσαν την πυρπόληση της Βουλής, ένα παράδοξο: Η μνήμη του γεγονότος που υμνούνταν ως μήτρα της δημοκρατίας –ως φυσικός τοκετός της «από τα κάτω», προτού έρθουν από την ασφαλή τους εξορία οι ελίτ για να σχηματίσουν τον τύπο της– δεν εξελίχθηκε σε συστατικό της πίστης στο πολίτευμα. Αντιθέτως. Είχε καλλιεργηθεί ως συστατικό καχυποψίας και ψυχικής απόστασης από την υπαρκτή δημοκρατία, η οποία στιγματιζόταν ως νόθο τέκνο, καταδικασμένο να προδίδει διαρκώς «τα όνειρα του Νοέμβρη». Το Πολυτεχνείο είχε πετύχει. Η Μεταπολίτευση –όχι ως στιγμή μετάβασης, αλλά ως περίοδος θεσμικής και οικονομικής ανάπτυξης– είχε εκπληρώσει τα αιτήματά του. Κι ωστόσο, η μνήμη του Πολυτεχνείου, αντί να λειτουργεί ως πρώτη ύλη συλλογικής υπερηφάνειας, είχε μετατραπεί σε δηλητήριο εθνικής ηττοπάθειας για μια «χούντα που δεν τελείωσε το ’73».
Τρόποι μεταβολισμού της μνήμης του Πολυτεχνείου.
Και τι θα έπρεπε να είχε γίνει δηλαδή; Να είχε οδηγήσει η μνήμη σε τελετουργική απολίθωση; Να είχαμε κοιμηθεί στις δάφνες της, χωρίς να αμφιβάλλουμε διαρκώς για τα δημοκρατικά μας κεκτημένα;
Εναν τρόπο για το πώς θα μπορούσε το Πολυτεχνείο να είχε γονιμοποιήσει το δημοκρατικό φρόνημα ενσάρκωσε ένας από τους πρωταγωνιστές της εξέγερσης: Ο Σταύρος Τσακυράκης. Ο καθηγητής δεν μιλούσε ποτέ για το παρελθόν, γεγονός που δεν τον εμπόδισε να είναι αενάως ανήσυχος για τα ελλείμματα και τις ασυνέχειες της δημοκρατίας. Η πορεία του –από το κελί στα αμφιθέατρα, από την αντιστασιακή εξέγερση στη δημοκρατική εγρήγορση– μένει στη μνήμη ως υπόδειγμα ωρίμανσης. Ως υπόδειγμα μεταβολισμού του ιστορικού τραύματος σε ενεργό πολιτική συνείδηση.
Αυτή η αντι-ηρωική διαχείριση του βιώματος δείχνει και γιατί δικαιώθηκε το Πολυτεχνείο: Γιατί θησαυρίζεται σε μια δημοκρατία που δεν έχει ανάγκη από ήρωες.
Πηγή: kathimerini.gr