Βρίσκεστε εδώ:Αρχική>>Απόψεις>>Άγιε μου Βασίλη, φέρε γρήγορα μια καλή αξιολόγηση

the roots web banners 06

Άγιε μου Βασίλη, φέρε γρήγορα μια καλή αξιολόγηση
09.12.2015 | 18:20

Άγιε μου Βασίλη, φέρε γρήγορα μια καλή αξιολόγηση

Συντάκτης:  FM 100 Newsroom
Κατηγορία: Απόψεις

του Θανάση Κοντογεώργη | Protagon

Αν κάτι μας έχει διδάξει η πείρα από τα σχεδόν 6 χρόνια των Μνημονίων, είναι ότι κάθε αξιολόγηση του προγράμματος ολοκληρώνεται, όταν επαπειλείται πραγματικός κίνδυνος εξάντλησης των διαθεσίμων του ελληνικού Δημοσίου.

Τότε, υπό την πίεση της αδυναμίας καταβολής μισθών και συντάξεων (οι υποχρεώσεις έναντι προμηθευτών τώρα έχουν σταματήσει να αποπληρώνονται), γίνεται μια κάποιου τύπου διαπραγμάτευση, άλλες φορές αποτελεσματική και άλλες φορές λιγότερο αποτελεσματική. Σίγουρα, όμως, η ελληνική πλευρά είναι πάντοτε πίσω από τους στόχους που έχουν αμοιβαίως συμφωνηθεί. Συνήθως, γίνεται προσπάθεια να έχει υλοποιηθεί περίπου το 70% των δράσεων, το οποίο  θεωρείται ικανό ποσοστό, ανάλογα βέβαια και με τη βαρύτητα αυτών, προκειμένου η ελληνική πλευρά να μπορεί με αξιώσεις να πετύχει συμφωνία με τους πιστωτές, να συνταχθεί η σχετική έκθεση αξιολόγησης, να υποβληθεί στο Euroworking group και να εγκριθεί η όποια δόση/υποδόση.

Την περίοδο βέβαια 2013-2014 η παραπάνω τάση σε έναν βαθμό ανεστράφη, αφού παρά τις έντονες πολιτικές δυσκολίες, η εκταμίευση των δόσεων, παρά το ότι οι συζητήσεις κρατούσαν επί μακρόν, είχε αποκτήσει μια κάποια «κανονικότητα». Η αδυναμία/απροθυμία ολοκλήρωσης της τελευταίας για το 2014 αξιολόγησης αποτέλεσε την απαρχή αρνητικών εξελίξεων στο πεδίο της οικονομίας, που κορυφώθηκαν βέβαια το καλοκαίρι που μας πέρασε και δύσκολα θα ξεχάσουμε. Ετσι και τώρα, και παρά τις ισχυρές πιέσεις και τις αρχικές εκτιμήσεις, ότι θα είχαμε μια εμπροσθοβαρή υλοποίηση του προγράμματος, τίποτα δεν μας εγγυάται ότι αυτό θα γίνει και ότι η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί το πρώτο δίμηνο του 2016. Το Ασφαλιστικό, η φορολόγηση των αγροτών, το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων και πολλά άλλα πολιτικά ευαίσθητα αλλά κρίσιμα για την οικονομία και την κοινωνία θέματα, φαίνεται ότι θα μας απασχολήσουν ολόκληρο το επόμενο εξάμηνο.

Η παραπάνω εκτίμηση ενισχύεται από τον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε. Διαβάζοντας κανείς τον προϋπολογισμό του κράτους για το 2016,  συνάγει το συμπέρασμα ότι ακόμα και αν όλα πάνε καλά από πλευράς εσόδων, η χώρα θα χρειαστεί σημαντικά ποσά για αποπληρωμή  δανειακών υποχρεώσεων/λήξεις ομολόγων κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι ενέργειες που έγιναν από την ελληνική πλευρά για τη συγκέντρωση των διαθεσίμων των φορέων του Δημοσίου και κυρίως η στάση πληρωμών που σε ένα μεγάλο βαθμό έχει κηρύξει το ελληνικό Δημόσιο, δημιουργεί πιθανόν αισιοδοξία σε αρκετούς ότι ακόμα και αν δεν κλείσει για πολιτικούς λόγους η αξιολόγηση τους πρώτους μήνες του 2016, αυτή η εξέλιξη δεν θα επηρεάσει δραματικά τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας. Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, ξεκινάει μετά τον Μάιο, και αυτό αν στο ενδιάμεσο δεν έχει προκύψει κάποια μείζονα κρίση που μπορεί να επηρεάσει ακόμα περισσότερο την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Η παραπάνω κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο λόγω της στάσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αλλά και των μη εξελίξεων στο θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους. Οι ενστάσεις για τον ρόλο του ΔΝΤ στη χώρα -και όχι μόνο- είναι εύλογες, ειδικά για τον δογματισμό που το διακρίνει σε επιμέρους πολιτικές/μεταρρυθμίσεις. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι το ΔΝΤ αποτελούσε -και πιθανόν αποτελεί ακόμα- το «εισιτήριο» της Ελλάδας για την έξοδο στις αγορές. Ας μην ξεχνάμε ότι το 2014, με δύο εκδόσεις πενταετών ομολόγων (Απρίλιος 2014) και τριετών (Ιούλιο 2014), η Ελλάδα μπόρεσε να αντλήσει αρκετά δισ. Των εκδόσεων αυτών είχαν προηγηθεί οι σχετικές εκθέσεις της Τρόικας και οι εξαμηνιαίες του ΔΝΤ που επεφύλασσαν ευοίωνες προοπτικές για τη δυνατότητα της χώρας να αντλήσει στο άμεσο μέλλον χρήματα από τις αγορές. Μάλιστα, για όσους έχουν εικόνα εκείνης της περιόδου, οι αγοραστές των ελληνικών ομολόγων ήταν επενδυτές που επεδίωκαν μακροχρόνιες τοποθετήσεις στη χώρα και όχι ευκαιριακοί που επεδίωκαν το γρήγορο κέρδος.

Η Ελλάδα έχασε την ευκαιρία, λόγω της πολιτικής αναταραχής που ξεκίνησε τον Δεκέμβρη του 2014, να εξασφαλίσει από το ΔΝΤ πιστωτική γραμμή με ενισχυμένους όρους (ECCL) ενώ η μη έγκαιρη αποπληρωμή δόσεων τον Ιούλιο του 2015 και η δυσαρέσκεια πολλών χωρών-μελών του ΔΝΤ που εφαρμόζουν προγράμματα του ΔΝΤ και διαμαρτύρονται για «προνομιακή» μεταχείριση της χώρας μας, δυσχεραίνει την κατάσταση. Η χώρα θα έχει μεγάλες δυσκολίες να εξασφαλίσει νέα χρηματοδότηση από το ΔΝΤ αλλά και αν αυτή εξασφαλισθεί, οι όροι φαντάζει δύσκολο να είναι ευνοϊκοί.

Το ΔΝΤ έχει ως διακεκηρυγμένη θέση του τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους προκειμένου να συμμετάσχει στο νέο ελληνικό πρόγραμμα. Μάλιστα, η επώδυνη αλλαγή του Ασφαλιστικού εντάσσεται στο πλαίσιο αυτό. Δύσκολα, το ΔΝΤ θα συμμετάσχει με νέους πόρους (που ουσιαστικά θα προέρχονται απ' όσα δισ. ευρώ δεν είχαν δοθεί από το δεύτερο πρόγραμμα), αν δεν υπάρξει υλοποίηση των δεσμεύσεων του τρίτου προγράμματος που από κοινού έχει συντάξει με Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, σύμφωνα και με τον κανονισμό του ΕΜΣ, αλλά και αν δεν γίνει συζήτηση για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους.

Η συζήτηση, όμως, αυτή είναι δύσκολη. Και γίνεται ακόμα δυσκολότερη από την επιμονή αρκετών να θέτουν μαξιμαλιστικούς στόχους περί διαγραφής μέρους αυτού. Βέβαια, οι εταίροι μας, δια του ΕΣΜ, επεξεργάζονται ήδη σενάρια μιας κάποιας επιμήκυνσης που θα δώσει ανάσα αλλά δεν θα λύσει το πρόβλημα. Το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, όπως επεσήμανε και ο πρόεδρός του ΕΜΣ Κλάους Ρέγκλινγκ, είναι αρκετά μικρό μέχρι και το 2022, οπότε έχουμε λήξεις μεγάλων ομολόγων και μόνο μια γενναία περίοδος χάριτος και για μετά το 2022 θα λειτουργούσε θετικά.  Επιπροσθέτως, αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φαίνονται απρόθυμες να συμφωνήσουν σε μια σημαντική ελάφρυνση του χρέους, αν δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τη συνεχή παρακολούθηση και απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος και παραπέμπουν τις σχετικές συζητήσεις για μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος και σίγουρα πιο κοντά στο 2022 και όχι στο 2016. Ολα βέβαια τα παραπάνω προϋποθέτουν την έγκαιρη και επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος με τις απαραίτητες προσαρμογές.

Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε ότι το 2017 είναι χρονιά εθνικών εκλογών σε Γερμανία και Γαλλία, γεγονός που περιορίζει τα περιθώρια μεγαλόθυμων κινήσεων στήριξης, ας προετοιμαστούμε για ένα δύσκολο 2016, με την ευχή και την ελπίδα ότι κυβέρνηση και πολιτικές δυνάμεις θα φροντίσουν για το καλό της χώρας και οι πολίτες θα πιέζουν προς την κατεύθυνση αυτή.

*Ο Θανάσης Κοντογεώργης είναι δικηγόρος, απόφοιτος της Σχολής Δημόσιας Πολιτικής «Κένεντυ» του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.

Ακολουθήστε το limnosfm100.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Μοιραστείτε το